Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2016

Ποιος ήταν ο «ανόητος» Σίσυφος; Ήταν ο αληθινός πατέρας του πολυμήχανου Οδυσσέα!

Ο Σίσυφος ήταν γιος του Αιόλου και της Εναρέτης. 
Σε μερικές εκδοχές του μύθου πρόκειται 
για τον ίδιο Αίολο που ήταν θεός των ανέμων. 
Σε άλλες, ο πατέρας του Σίσυφου ήταν 
κάποιος άλλος Αίολος, βασιλιάς της Θεσσαλίας.
Ήταν ονομαστός για την πονηριά και τη σοφία του, ενώ ταυτόχρονα
 ήταν και πετυχημένος ηγέτης που ίδρυσε τα Ίσθμια, που ήταν αθλητικοί αγώνες 
και γίνονταν κάθε δύο χρόνια κοντά στην Κόρινθο. 
Ωστόσο λέγονται και ιστορίες για τον Σίσυφο, που αποκαλύπτουν έναν εγωιστή, 
επιθετικό και πανούργο άνθρωπο, που έκλεβε και κορόιδευε περαστικούς 
και αποπλανούσε γυναίκες. 
Γυναίκα του Σίσυφου ήταν η Μερόπη, μια από τις Πλειάδες, τις επτά κόρες
 του Τιτάνα Άτλαντα, οι οποίες αργότερα έγιναν αστερισμοί. 
Ο μεγάλος κυνηγός Ωρίων ήθελε να παντρευτεί την Μερόπη, όμως εκείνη επέλεξε 
τον Σίσυφο. 
Κάποιοι λένε ότι επειδή η Μερόπη ήταν η μόνη από τις Πλειάδες που πήρε 
θνητό σύζυγο, ταπεινώθηκε με αποτέλεσμα το αστέρι της να είναι το πιο θολό, 
επειδή «έκρυβε» το πρόσωπό της από ντροπή.
 Με τη Μερόπη ο Σίσυφος έκανε τέσσερις γιους, συμπεριλαμβανομένου του Γλαύκου, 
που έγινε ο πατέρας του ήρωα Βελλεροφόντη. 
Ο Σίσυφος όμως είχε σχέσεις και με άλλες γυναίκες. 
Μια από αυτές ήταν η Τυρώ, κόρη του αδερφού του Σαλμονέα τον οποίο μισούσε. 
Ο Σίσυφος έμαθε από το μαντείο ότι εάν η Τυρώ γεννούσε τα παιδιά του, εκείνα
 θα σκότωναν τον Σαλμονέα. Σε κάποιες εκδοχές της ιστορίας ο Σίσυφος 
παντρεύτηκε την ανιψιά του ενώ σε άλλες την απόκτησε με τη βία.  
Σε κάθε περίπτωση η Τυρώ και ο Σίσυφος έκαναν δύο γιους. 
Για να αποτρέψει την προφητεία από το να πραγματοποιηθεί, η Τυρώ 
σκότωσε τα παιδιά της…μάταια όμως. 
Ο Δίας οργίστηκε με τον Σαλμονέα επειδή θεωρούσε τον εαυτό του ίσο με το θεό, 
οπότε τον χτύπησε με έναν κεραυνό.
Μια άλλη ιστορία για τον Σίσυφο, λέει για την κλοπή του κοπαδιού του,
 από τον διάσημο κλέφτη Αυτόλυκο.
 Ο πανούργος Σίσυφος σκόπευε να πιάσει επ’αυτοφώρω τον δράστη: 
Έδεσε μολυβένιες σφραγίδες στις οπλές των ζώων που έγραφαν τις λέξεις
 «με έκλεψε ο Αυτόλυκος», και στη συνέχεια ακολούθησε 
τα ίχνη από το χαμένο του κοπάδι. 
Έτσι ξεμπρόστιασε τον Αυτόλυκο όταν του είπε ότι το ίδιο το κοπάδι του
τον κατηγορούσε για το έγκλημα της κλοπής, καθώς εκείνος δεν το παραδεχόταν. 
Μια άλλη εκδοχή περιγράφει ότι ο Σίσυφος αποπλάνησε την κόρη του Αυτόλυκου, 
Αντίκλεια, για να τον εκδικηθεί.
 Η Αντίκλεια στη συνέχεια γέννησε τον Οδυσσέα, 
οπότε σύμφωνα με αυτόν τον μύθο ο ήρωας του Τρωικού Πολέμου 
και της Οδύσσειας ήταν πραγματικός απόγονος του Σίσυφου, και όχι του Λαέρτη,
 γεγονός που εξηγεί ευφυή και αδίστακτη φύση του. 

Ένας μύθος λέει ότι ο Σίσυφος απέκτησε μια πηγή καθαρού νερού για την Κόρινθο,
 κάνοντας μια συμφωνία με τον ποταμό θεό Ασωπό.
 Η κόρη του Ασωπού είχε απαχθεί από τον Δία, και όταν ο Ασωπός ζήτησε βοήθεια 
από τον Σίσυφο, εκείνος του έδωσε την πληροφορία, γεγονός που εξόργισε τον Δία.
 Έτσι ο βασιλιάς των Θεών έστειλε τον Θάνατο να πάρει τη ζωή του Σίσυφου. 
Όμως ο Σίσυφος κατάφερε να παγιδεύσει τον Θάνατο και να τον φυλακίσει σε ένα κελί. 
Η φυλάκιση αυτή είχε ως αποτέλεσμα, ο Θάνατος να μην μπορεί να έρθει 
για κανέναν νεκρό, κι έτσι οι άνθρωποι σταμάτησαν να πεθαίνουν. 
Οι θεοί σαν απάντηση έστειλαν τον Άρη, το θεό του πολέμου, να διασώσει 
τον Θάνατο, για να μπορέσει να διεκδικήσει την ψυχή του Σίσυφου. 
Αυτή τη φορά ο Σίσυφος πέθανε πραγματικά, αλλά πριν τον πάρει ο Θάνατος, 
ο Σίσυφος έδωσε οδηγίες στην Μερόπη να μην τον θάψει κανονικά. 
Η έλλειψη κανονικής κηδείας ενόχλησε τόσο πολύ τον Πλούτωνα, 
που κυβερνούσε τον Άδη, που ξαναέστειλε τον Σίσυφο στους ζωντανούς, 
για να κανονίσει την κηδεία του όπως έπρεπε. 
Για μια ακόμα φορά ο Σίσυφος απέδειξε την πονηριά του, αφού αρνήθηκε 
να επιστρέψει στον κάτω κόσμο και έζησε για πολλά ακόμα χρόνια στη γη.
Όταν τελικά πέθανε ο Σίσυφος, ο Δίας και οι υπόλοιποι θεοί σκέφτηκαν
ένα τρομερό σε έμπνευση βασανιστήριο για να τον τιμωρήσουν. 
Έπρεπε να σπρώχνει έναν τεράστιο βράχο επάνω σε έναν μεγάλο, απόκρημνο λόφο. 
Κάθε φορά που έφτανε στην κορυφή ο βράχος κατρακυλούσε και ο Σίσυφος
 έπρεπε να ξεκινήσει από την αρχή. 
Αυτό το βασανιστήριο, που έχει ταυτιστεί με το μύθο του Σίσυφου,
θα συνεχιζόταν για μια αιωνιότητα. 
Είναι το βασανιστήριο της μάταιης προσπάθειας.
Υ.Γ: Ο Αλμπέρτ Καμί έχει γράψει δοκίμιο σχετικό με το μαρτύριο του Σίσυφου.
Από τους πλέον ονομαστούς μυθικούς ήρωες ήταν ο Σίσυφος, γιος του Αιόλου,
 ιδρυτής και βασιλιάς της Εφύρας (η πρώτη ονομασία της Κορίνθου). 
Η πρώτη απόδειξη της εξυπνάδας του ήταν η σύλληψη του διαβόητου κλέφτη 
κοπαδιών του Αυτόλυκου. 
Αυτός ήταν γιος του Ερμή και είχε αποκτήσει από τον πατέρα του το χάρισμα 
να εξαφανίζει ή να αλλάζει χρώμα στα ζώα που έκλεβε. 
Κατά συνέπεια ήταν αδύνατο να εντοπιστεί από τους άτυχους ιδιοκτήτες των κοπαδιών.
 Ο Σίσυφος τον υποπτεύθηκε και χάραξε το μονόγραμμά του 
κάτω από τα νύχια των ζώων του. 
Έτσι, όταν κάποια μέρα βρήκε να του λείπει ένας αριθμός βοδιών πήγε στον Αυτόλυκο.
 Ο τελευταίος τον οδήγησε στα κοπάδια του βέβαιος ότι δεν θα καταφέρει
 να αναγνωρίσει τα ζώα του. 
Ο Σίσυφος όμως βρήκε όλα τα κλεμμένα, σηκώνοντας ένα ένα τα πόδια τους! 
Ο Αυτόλυκος παραδέχθηκε την ήττα του και φιλοξένησε τον Σίσυφο
 σε μια προσπάθεια εξευμενισμού και προσεταιρισμού του.                                                               Κατά τη διάρκεια της φιλοξενίας μάλιστα, άφησε τον φιλοξενούμενό του
 να πλαγιάσει με την κόρη του την Αντίκλεια, η οποία σε λίγες ημέρες
 θα παντρευόταν τον Λαέρτη. 
 Επιθυμία του Αυτόλυκου ήταν το παιδί που θα γεννιόταν από την ένωση του Σίσυφου
 με την κόρη του να κληρονομήσει την εξυπνάδα του παππού και του πατέρα.
 Εννέα μήνες αργότερα ήρθε στον κόσμο ο Οδυσσέας! 
Κάποτε ο Σίσυφος είδε τον Δία να αρπάζει την Αίγινα, την κόρη του Ασωπού. 
Όταν έφθασε εκεί ο Ασωπός, αναζητώντας τα ίχνη της κόρης του, ο Σίσυφος 
προθυμοποιήθηκε να του αποκαλύψει τον δράστη με αντάλλαγμα τη δημιουργία
 μιας πηγής στον Ακροκόρινθο. 
Για να εκδικηθεί τον Σίσυφο ο Δίας παρακάλεσε τον αδελφό του να στείλει 
τον Θάνατο να πάρει τον καταδότη στον Κάτω Κόσμο. 
Ο Σίσυφος όμως κατάφερε να τον ξεγελάσει και να τον αλυσοδέσει.
 Με τον θάνατο αιχμαλωτισμένο, ακολούθησαν χρόνια που κανένας άνθρωπος 
και ζώο δεν πέθαινε και η Γη άρχιζε να στενάζει κάτω από το βάρος. 
Παράλληλα, φρικτά πληγωμένοι και ακρωτηριασμένοι πολεμιστές από τις μάχες
 τριγυρνούσαν αναζητώντας μάταια τον δρόμο προς τον Κάτω Κόσμο. 
Τελικά, ο Άρης απελευθέρωσε τον Θάνατο και αποκατέστησε την ισορροπία. 
Εξοργισμένος ο Θάνατος άρπαξε τον Σίσυφο και τον παρέδωσε στους θεούς
 του Κάτω Κόσμου. 
Ο πανούργος βασιλιάς όμως πριν πεθάνει έδωσε εντολή στη γυναίκα του Μερόπη 
να μην του προσφέρει τις καθιερωμένες νεκρικές τιμές. 
Έτσι παρουσιάστηκε στην Περσεφόνη και ζήτησε να του επιτρέψει να ανέβει 
προσωρινά στον κόσμο των ζωντανών, με σκοπό τάχα να αναγκάσει τη γυναίκα του 
να κάνει τις δέουσες προσφορές. 
Το μαρτύριο του Σισύφου αποτελεί διαχρονική έμπνευση, ιδιαίτερα τώρα 
στην περίοδο της κρίσης. 
Γελοιογραφία του Πάνου Ζαχαρή 
Άλλωστε και οι ίδιοι οι θεοί έχαναν το μερίδιο που τους αναλογούσε από τις προσφορές. 
Η Περσεφόνη πείστηκε και ο Σίσυφος φυσικά δεν έδειξε καμία διάθεση 
να επιστρέψει στα σκοτάδια του Άδη.
 Έζησε (ξανά) μέχρι τα βαθιά γεράματα, καθώς ο Θάνατος φοβόταν να τον πάρει 
λόγω του προηγούμενου παθήματός του. 
Δεν γνωρίζουμε πως βρέθηκε για δεύτερη φορά στον Άδη. 
Πάντως, αυτή τη φορά καταδικάστηκε να ανεβάζει ένα πελώριο βράχο 
σε ένα απότομο ύψωμα με σκοπό να τον ρίξει από την άλλη πλευρά.
 Κάθε φορά όμως που πλησίαζε τον στόχο του, ο βράχος κατρακυλούσε προς τα πίσω 
και το μαρτύριο ξεκινούσε από την αρχή. 
Έτσι, ο Σίσυφος κατέληξε σύμβολο του μάταιου αγώνα.
 Αυτή ήταν η τιμωρία του πονηρού βασιλιά, επειδή ανακατεύτηκε στις ερωτικές
 υποθέσεις του πατέρα των θεών και των ανθρώπων. 
Ίσως όμως και με αυτό τον τρόπο ο Πλούτωνας, τον κρατά συνεχώς απασχολημένο 
για να μη μηχανευτεί ένα νέο τρόπο για να αποδράσει. 
Νίκος Γιαννόπουλος ιστορικός... 
Όταν τα τείχη έφτιαχνε ο Σίσυφος στο κάστρο
κόσμο πολύ στη δούλεψη χρειάστηκε να έχει
που τόνους πέτρες στο βουνό συνέχεια κουβαλούσε.
Τεχνίτες τις πελέκαγαν και μάστορες τις χτίζαν.

Μέσα στο κάστρο έχτισε ναούς και το παλάτι
και αποθήκες και μικρά σπίτια για τους Κορίνθιους.
Πηγάδια να ‘χουνε νερό για λάτρα, για τα ζώα
μα ήθελε και μια πηγή οι άνθρωποι να πίνουν.

Όταν λοιπόν του ζήτησε, ο Ασωπός βοήθεια 
αντάλλαγμα του ζήτησε κέρδισε την Πειρήνη!
                        Πάν Καρτσωνάκης
Κρήνη της Άνω Πειρήνης Ακροκόρινθος.

Δεν υπάρχουν σχόλια :