Σάββατο 28 Απριλίου 2012

Αρχαίο, μεσογειακό γεύμα . . . . αθάνατο!

Άρτος και οίνος και στη συνέχεια οι καρποί:
 Όσπρια, κρέας, σίτος και λάδι. 
Μέχρι σήμερα, που τα λίπη φθάνουν 
και περισσεύουν στο ελληνικό τραπέζι.

Κάπως έτσι θα μπορούσε να αποδοθεί εν συντομία
 η ιστορία της μεσογειακής διατροφής. 
Πρόκειται βεβαίως για μια ιστορία που συνεχίζεται
 ή μάλλον για ένα πείραμα που ξεκίνησε
 πριν από 4.000 χρόνια στον ελληνικό χώρο 
κι εξακολουθεί να βρίσκεται σε εξέλιξη.

Όπως αναφέρει στον Ελεύθερο Τύπο 
ο αναπληρωτής καθηγητής βιολογίας 
του ΑΠΘ, Θωμάς Σαββίδης, 
η μεσογειακή διατροφή
 δεν είναι εύρημα κάποιων 
ευφυών κατοίκων
 της Μεσογείου αλλά το αποτέλεσμα
 μιας διαρκούς αλληλεπίδρασης 
ανθρώπων και περιβάλλοντος.

Η διατροφική κατάσταση στην προ-ομηρική εποχή,
 πριν από την εισαγωγή της καλλιέργειας 
των δημητριακών, ήταν δραματική.

Οι αρχαίοι Αρκάδες τρέφονταν κυρίως με βελανίδια.
 Στη μυκηναϊκή εποχή η μετάβαση στη σιτοφαγία 
ήταν η μεγαλύτερη διατροφική επανάσταση. 
Οι καρποί των δημητριακών ήταν η σπουδαιότερη 
πηγή συμπυκνωμένων πρωτεϊνών 
και υδατανθράκων για τον άνθρωπο και τα ζώα. 

Τα κύρια συστατικά ενός γεύματος, σύμφωνα 
με τον Όμηρο ήταν ο άρτος, το κρέας και ο οίνος.
 Ουδέποτε αναφέρονται τα λαχανικά,
 παρά τις συχνές αναφορές των γευμάτων. 
Ο λόγος της έντονης κρεατοφαγίας μπορεί 
να αποδοθεί στην αναζήτηση λιπών τα οποία
 δεν ανεύρισκαν από άλλες πηγές. 
Όσο για το έλαιον ήταν ήδη γνωστό 
στην ομηρική εποχή. 
Όμως η χρήση του ήταν τότε κυρίως 
καλλωπιστική και τελετουργική. 

Στην κλασική εποχή συμπληρώθηκε 
η «μεσογειακή τριάδα» σίτος, οίνος και έλαιον
 με την εισαγωγή του ελαιολάδου στη διατροφή. 

Κατά τον Ηρόδοτο, η Αθήνα ήταν το κέντρο
 της ελαιοκαλλιέργειας. 
Έχει υπολογιστεί ότι κάθε ενήλικος 
Αθηναίος πολίτης
 που πήγαινε στο γυμναστήριο 
χρησιμοποιούσε κατά μέσο όρο 
55 λίτρα ελαίου ετησίως.



Δεν υπάρχουν σχόλια :